Youmag.gr
Κατοχή της Ελλάδας Κατοχή της Ελλάδας
Η Κατοχή της Ελλάδας από τις δυνάμεις του Άξονα κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου ξεκίνησε τον Απρίλιο του 1941 μετά την εισβολή... Κατοχή της Ελλάδας

Η Κατοχή της Ελλάδας από τις δυνάμεις του Άξονα κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου ξεκίνησε τον Απρίλιο του 1941 μετά την εισβολή των Ιταλών και Γερμανών στην Ελλάδα και διήρκεσε μέχρι την απόσυρση των γερμανικών δυνάμεων από την ηπειρωτική χώρα τον Οκτώβριο του 1944, με εξαίρεση τη Κρήτη και άλλα νησιά όπου η γερμανική φρουρά παρέμεινε μέχρι τον Ιούνιο του 1945. Η αρχική εισβολή των Ιταλών από την Αλβανία τον Οκτώβριο του 1940 (Ελληνοιταλικός πόλεμος) ήταν ανεπιτυχής κι έτσι οι γερμανικές δυνάμεις με μια σύντομη εισβολή τον Απρίλιο του 1941, κατάφεραν σε λίγες μέρες να ελέγξουν το μεγαλύτερο μέρος της χώρας.

Στις 27 Απριλίου παραδόθηκε η Αθήνα, ενώ τελευταία παραδόθηκε η Κρήτη, την 1η Ιουνίου. Έτσι, η Ελλάδα χωρίστηκε σε τρεις ζώνες κατοχής, τη Γερμανική (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Κεντρική Μακεδονία και κάποια νησιά του Αιγαίου), την Ιταλική (Ήπειρος, Θεσσαλία, τα νησιά του Ιονίου και τα υπόλοιπα νησιά του Αιγαίου) και τη Βουλγαρική (Ανατολική Μακεδονία και Θράκη), ενώ μια ελεγχόμενη από τον Άξονα κυβέρνηση ιδρύθηκε αμέσως μετά τη πτώση. Το Σεπτέμβριο του 1943 και μετά την αποχώρηση των Ιταλών από τον Άξονα, οι Γερμανοί απέκτησαν τον έλεγχο και της Ιταλικής ζώνης.

Με το pigogo.gr παίρνεις λεφτά πίσω από τις online αγορές σου στα πιο γνωστά καταστήματα

Για σκοπούς πολιτικής διοίκησης πριν από την εισβολή, η Ελλάδα ήταν χωρισμένη σε 37 νομούς. Μετά την κατοχή, οι νομοί Δράμας, Καβάλας, Ροδόπης και Σερρών προσαρτήθηκαν στη Βουλγαρία και δεν ήταν πλέον υπό τον έλεγχο της ελληνικής κυβέρνησης. Οι υπόλοιποι 33 νομοί είχαν ταυτόχρονα στρατιωτική διοίκηση από ιταλικά ή γερμανικά στρατεύματα. Οι ιταλικής κατοχής Κυκλάδες και τα νησιά του Ιονίου ήταν ως επί το πλείστον αποκομμένα από την ελληνική ηπειρωτική χώρα και τελούσαν υπό ιταλική διοίκηση εξ’ ολοκλήρου, αν και διατηρήθηκαν μερικοί διοικητικοί δεσμοί με την κυβέρνηση της Αθήνας

Ο στρατηγός Γεώργιος Τσολάκογλου – ο οποίος είχε υπογράψει τη συνθήκη παράδοσης στους Γερμανούς – διορίστηκε ως επικεφαλής μία νέας φιλο-ναζιστικής ψευδο-κυβέρνησης στην Αθήνα. Ως πρωθυπουργός της Ελλάδας, τον διαδέχτηκαν δύο άλλοι Έλληνες φιλο-ναζί πολιτικοί: ο Κωνσταντίνος Λογοθετόπουλος πρώτα και Ιωάννης Ράλλης μετά. Ο τελευταίος ήταν υπεύθυνος για τη δημιουργία των Ταγμάτων Ασφαλείας. Όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, υπήρχαν Έλληνες πρόθυμοι να συνεργαστούν με την κατοχική δύναμη. Κάποιοι το έκαναν επειδή άνηκαν στην Εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία και άλλοι λόγω ακραίου αντι-κομμουνισμού.

Οι Γερμανοί ήταν επίσης πρόθυμοι να βρουν υποστήριξη από τους Έλληνες και βοήθησαν φασιστικές οργανώσεις όπως το ΕΕΕ (Εθνική Ένωσις Ελλάδος), το ΕΚΚ (Εθνικόν Κυρίαρχον Κράτος), το Ελληνικό Εθνικό Σοσιαλιστικό Κόμμα και άλλες μικρές φιλοναζιστικές, φασιστικές ή αντισημιτικές οργανώσεις, όπως η ΕΣΠΟ (Ελληνική Σοσιαλιστική Πατριωτική Οργάνωση) και το Σιδηρά Ειρήνη.

Παράλληλα, σχηματίστηκε η ελληνική Αντίσταση, ένα από τα πιο αποτελεσματικά κινήματα αντίστασης στην κατεχόμενη Ευρώπη. Αυτές οι ομάδες ανταρτών ξεκίνησαν επιθέσεις εναντίον των δυνάμεων κατοχής, πολέμησαν εναντίον των Ταγμάτων Ασφαλείας και δημιούργησαν μεγάλα δίκτυα κατασκοπείας. Οι φιλοδοξίες τους όμως για τη μεταπολεμική τους κυριαρχία στη χώρα, τους έφεραν σε διένεξη και από τα τέλη του 1943 άρχισαν να πολεμούν μεταξύ τους. Η αύξηση των επιθέσεων στις δυνάμεις κατοχής από αντάρτες τα τελευταία χρόνια της κατοχής είχε συχνά ως αποτέλεσμα τις εκτελέσεις και μαζικές σφαγές αμάχων ως αντίποινα. Πηγές εκτιμούν, οτι συνολικά οι Γερμανοί εκτέλεσαν περίπου 21.000 Έλληνες, οι Βούλγαροι 40.000 και οι Ιταλοί 9.000.

Το insurancemarket.gr είναι η μεγαλύτερη και πιο αποτελεσματική πλατφόρμα σύγκρισης ασφαλειών από την Νο1 εταιρεία online διαμεσολάβησης στην Ελλάδα

Γερμανική ζώνη

Οι Έλληνες – όπως άλλωστε και άλλες Ευρωπαικές χώρες υπό Γερμανκή κατοχή – υπέφεραν πολύ κατά τη διάρκειά της. Η οικονομία της χώρας είχε ήδη καταρρεύσει από τον εξάμηνο πόλεμο και σ’ αυτό προστέθηκε και η αδυσώπητη οικονομική εκμετάλλευση από τους Ναζί. Οι πρώτες ύλες και τα τρόφιμα είχαν επιταχθεί, η φιλο-γερμανική κυβέρνηση δέχτηκε να πληρώνει το κόστος της κατοχής, προκλήθηκε άνοδος του πληθωρισμού και υποτίμηση της δραχμής. Οι επιτάξεις των αγαθών, μαζί με τον αποκλεισμό της χώρας από τους Συμμάχους και την δεινή κατάσταση των υποδομών της χώρας, είχαν ως αποτέλεσμα τον Μεγάλο Λιμό κατά τη διάρκεια του χειμώνα του 1941-1942, όπου υπολογίζεται ότι 300.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, κυρίως στην Αθήνα.

Παρά την βοήθεια από ουδέτερες χώρες όπως η Σουηδία και η Τουρκία, η συντριπτική πλειοψηφία των τροφίμων κατέληγαν στα χέρια των κυβερνητικών αξιωματούχων ή της μαύρης αγοράς. Μετά την πίεση της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης, οι Βρετανοί αναγκάστηκαν τελικά να άρουν μερικώς τον αποκλεισμό και από το καλοκαίρι του 1942, ο Διεθνής Ερυθρός Σταυρός ήταν σε θέση να διανέμει προμήθειες σε επαρκείς ποσότητες. Η μεταχείριση των Εβραίων από τους Γερμανούς, δεν διέφερε από αυτή στις άλλες Ευρωπαικές χώρες (βλ. Οι Εβραίοι κατά την κατοχή στην Ελλάδα).

Τα πιο ηχηρά παραδείγματα εγκλημάτων πολέμου στη γερμανική ζώνη είναι η Σφαγή του Κομμένου στις 16 Αυγούστου 1943, όπου 317 κάτοικοι εκτελέστηκαν από τους Γερμανούς, η Σφαγή της Βιάννου στις 14-16 Σεπτεμβρίου 1943, στην οποία πάνω από 500 πολίτες από διάφορα χωριά στην περιοχή της Βιάννου και Ιεράπετρας στην Κρήτη εκτελέστηκαν, η Σφαγή των Καλαβρύτων στις 13 Δεκεμβρίου 1943, στην οποία οι Γερμανοί στρατιώτες προέβησαν στην εξόντωση του συνόλου του ανδρικού πληθυσμού και την ολοκληρωτική καταστροφή της πόλης, η Σφαγή του Δίστομου, στις 10 Ιουνίου 1944, όπου μια μονάδα της Αστυνομίας των ΕΣ ΕΣ λεηλάτησε και έκαψε το χωριό του Διστόμου της Βοιωτίας με αποτέλεσμα το θάνατο 218 αμάχων και τη Σφαγή του Αμαρίου στις 22 Αυγούστου 1944 στην Κρήτη, όπου 164 άμαχοι εκτελέστηκαν και εννέα χωριά κάηκαν αφού λεηλατήθηκαν. Παράλληλα, κατά τη διάρκεια της συντονισμένης εκστρατείας κατά των ανταρτών, εκατοντάδες χωριά κάηκαν συστηματικά και σχεδόν 1.000.000 Έλληνες είχαν μείνει άστεγοι.

Δύο άλλες σημαντικές πράξεις βαρβαρότητας από τους Γερμανούς ήταν οι σφαγές των ιταλικών στρατευμάτων στα νησιά της Κεφαλλονιάς και της Κω τον Σεπτέμβριο του 1943, κατά τη διάρκεια της γερμανικής ανακατάληψης των περιοχών της Ιταλικής κατοχής. Στη Σφαγή της Κεφαλλονιάς, οι 12.000 στρατιώτες της ιταλικής Μεραρχίας Acqui δέχθηκαν επίθεση στις 13 Σεπτεμβρίου από Γερμανούς και αναγκάστηκαν να παραδοθούν λίγες μέρες μετά, έχοντας απώλειες περίπου 1.300 άνδρες. Την επόμενη μέρα, οι Γερμανοί άρχισαν την εκτέλεση των αιχμαλώτων και περίπου 4.500 Ιταλοί εκτελέστηκαν.

Βουλγαρική ζώνη

Σε όλη τη βουλγαρική ζώνη, η βουλγαρική πολιτική ήταν αυτή της εξόντωσης ή απέλασης, με στόχο την δια της βίας βουλγαροποίησης όσο το δυνατόν περισσοτέρων Ελλήνων και η απομάκρυνση ή εξόντωση των υπολοίπων. Μια τεράστια εκστρατεία ξεκίνησε από την αρχή της κατοχής κατά την οποία όλοι οι έχοντες κρατική θέση Έλληνες (δήμαρχοι, δικαστές, δικηγόροι και χωροφύλακες) απελάθηκαν. Οι Βούλγαροι έκλεισαν τα ελληνικά σχολεία και έδιωξαν τους εκπαιδευτικούς, αντικατέστησαν τους Έλληνες κληρικούς με ιερείς από τη Βουλγαρία και προσπάθησαν να καταστείλουν τη χρήση της ελληνικής γλώσσας.

Μεγάλος αριθμών Ελλήνων απελάθηκαν και άλλοι στερήθηκαν του δικαιώματος στην εργασία από ένα σύστημα που απαγόρευε την επαγγελματική δραστηριότητα χωρίς άδεια. Η καταναγκαστική εργασία εμφανίστηκε και οι αρχές κατέσχεσαν τα ελληνικά ακίνητα, δίνοντάς τα στους αποίκους της Βουλγαρίας. Μέχρι τα τέλη του 1941, περισσότεροι από 100.000 Έλληνες είχαν εκδιωχθεί από τη βουλγαρική ζώνη κατοχής. Μετανάστες από τη Βουλγαρία είχαν ενθαρρυνθεί να εγκατασταθούν στη Μακεδονία από τις παροχές της κυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένων των σπιτιών και γης που είχαν κατασχεθεί από τους ντόπιους.

Κάτω από αυτή την κατάσταση, στις 28 Σεπτεμβρίου 1941 ξέσπασε εξέγερση. Ξεκίνησε από την πόλη της Δράμας και γρήγορα εξαπλώθηκε σε ολόκληρη τη Μακεδονία. Στη Δράμα, Δοξάτο, Χωριστή και πολλές άλλες πόλεις και χωριά ξέσπασαν συγκρούσεις με τις δυνάμεις κατοχής. Στις 29 Σεπτεμβρίου, βουλγαρικά στρατεύματα μεταφέρθηκαν στη Δράμα και άλλες επαναστατημένες πόλεις για να καταστείλουν την εξέγερση. Πάνω από τρεις χιλιάδες άνθρωποι εκτελέστηκαν μόνο στη Δράμα, ενώ εκτιμάται ότι περίπου 15.000 Έλληνες έχασαν τη ζωή τους από το βουλγαρικό στρατό κατά τη διάρκεια της επιχείρησης τις επόμενες εβδομάδες. Στην ύπαιθρο, ολόκληρα χωριά εκτελέστηκαν και λεηλατήθηκαν.

Οι σφαγές οδήγησαν στη μαζική έξοδο των Ελλήνων από τη Βουλγαρική, στη Γερμανική ζώνη κατοχής. Η τρομοκρατία και η πείνα έγιναν τόσο έντονες ώστε η κυβέρνηση της Αθήνας σχεδίαζε την εκκένωση ολόκληρου του πληθυσμού στη Γερμανική ζώνη. Η επέκταση του λιμού του χειμώνα του 1941, που σκότωσε εκατοντάδες χιλιάδες στην κατεχόμενη χώρα ακύρωσε τα σχέδια αυτά, αφήνοντας τον πληθυσμό να υπομένει αυτούς τους όρους για άλλα τρία χρόνια. Τον Μάιο του 1943, ξεκίνησε και η απέλαση των Εβραίων από τη βουλγαρική ζώνη. Την ίδια χρονιά, ο βουλγαρικός στρατός επέκτεινε τη ζώνη ελέγχου στην Κεντρική Μακεδονία υπό την εποπτεία των Γερμανών, αν και αυτή η περιοχή δεν ήταν επίσημα στη κατοχή ή την διαχείριση της Βουλγαρίας.

Ιταλική ζώνη

Σε σχέση με τις άλλες δύο ζώνες, το καθεστώς στην Ιταλική ζώνη ήταν σχετικά ήπιο. Σε αντίθεση με τους Γερμανούς, η ιταλική στρατιωτική ηγεσία ποτέ δεν εφάρμοσε τακτικές μαζικών αντιποίνων και προστάτευε τους Εβραίους στη ζώνη της. Δεδομένου ότι έλεγχε το μεγαλύτερο μέρος της ηπειρωτικής χώρας, οι Ιταλοί ήταν οι πρώτοι που αντιμετώπισαν το κίνημα αντίστασης μεταξύ 1942 και 1943, αλλά δεν κατάφεραν να το καταστείλουν. Μέχρι τα μέσα του 1943, η αντίσταση είχε καταφέρει να απομακρύνει τις ιταλικές φρουρές από κάποιες ορεινές περιοχές, συμπεριλαμβανομένων πολλών πόλεων, δημιουργώντας απελευθερωμένες ζώνες. Μετά την ιταλική ανακωχή τον Σεπτέμβριο του 1943, η ιταλική ζώνη καταλήφθηκε από τους Γερμανούς. Ως αποτέλεσμα, η γερμανική αντι-αντισταστιακή και αντισημιτική πολιτική τους επεκτάθηκε και σ’ αυτή τη ζώνη.

Οι γερμανικές δυνάμεις άρχισαν να αποσύρονται από την ελληνική ηπειρωτική χώρα στα τέλη του 1944 καθώς οι σοβιετικές δυνάμεις που κέρδιζαν συνεχώς έδαφος στη Νότιο-Ανατολική Ευρώπη απείλησαν να τις αποκόψουν. Κατά την απελευθέρωση της χώρας τον Οκτώβριο του 1944, η Ελλάδα ήταν σε κατάσταση ακραίας πολιτικής πόλωσης, η οποία σύντομα οδήγησε στο ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου. Αυτός έδωσε την ευκαιρία σε πολλούς συνεργάτες των Ναζί, όχι μόνο να ξεφύγουν από την τιμωρία, αλλά να γίνουν τελικά η άρχουσα τάξη της μεταπολεμικής Ελλάδας, μετά την κομμουνιστική ήττα. Τέλος, η Ελλάδα ήταν μία από τις ελάχιστες ευρωπαϊκές χώρες που κέρδισε έδαφος κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν τα πρώην ιταλικά Δωδεκάνησα έγιναν μέρος της χώρας το 1947.