Youmag.gr
Διήγημα: Ταξίδι στον αέρα – Έρωτας στα 10.000… και τέσσερα πόδια Διήγημα: Ταξίδι στον αέρα – Έρωτας στα 10.000… και τέσσερα πόδια
της Χάιδως Σεραφειμίδου * ‘Ανακοίνωση, όλοι οι επιβάτες της πτήσης 931 για Άμστερνταμ να προσέλθουν για επιβίβαση στις εξόδους 3 και 4. Ευχαριστώ’ Ακούστηκε... Διήγημα: Ταξίδι στον αέρα – Έρωτας στα 10.000… και τέσσερα πόδια

της Χάιδως Σεραφειμίδου * ‘Ανακοίνωση, όλοι οι επιβάτες της πτήσης 931 για Άμστερνταμ να προσέλθουν για επιβίβαση στις εξόδους 3 και 4. Ευχαριστώ’

Ακούστηκε μια φωνή από όλα τα ηχεία του αεροδρομίου. Ο ήχος γέμισε ολόκληρη την αίθουσα αναμονής. Ήταν τόσο δυνατά, που νομίζω πως το βουητό στα αυτιά μου κράτησε αρκετά λεπτά και μετά την ανακοίνωση.

Ήταν το πρώτο μου ταξίδι με αεροπλάνο. Από τότε που γεννήθηκα, ζω στο ίδιο σπίτι, στην ίδια γειτονιά, στην ίδια πόλη.

Μπορώ να αναγνωρίσω τα δέντρα, τους δρόμους, τα πάντα σε κείνη την γειτονία μόνο από τους ήχους και τις μυρωδιές της. Το ταμπάκικο κάτω από το σπίτι να μυρίζει κάθε πρωί φρέσκο καπνό, το κρεοπωλείο στην γωνία με τις έντονες μυρωδιές του. Εκεί συναντούσες τον κύριο Μιχάλη που καθόταν πάντα έξω από το μαγαζί, συνδυάζοντας μια μυρωδιά φρέσκου σαπουνιού και ιδρώτα.

Θέλεις να μειώσεις τον λογαριασμό του ρεύματός σου; Είναι απλό!

Όμως τώρα ήμουν μακριά. Βρισκόμουν μαζί με τον Μάριο ανάμεσα σε τόσους ανθρώπους. Όλοι τους κάπου πάνε ή από κάπου έρχονται. Άλλοι στέκονται εκεί για να αποχαιρετήσουν η να υποδεχτούν τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Ένας ολόκληρος κόσμος, χιλιόμετρα μακριά από τον δικό μου, σαν να βρίσκεται σε μια άλλη πραγματικότητα με κύριο χαρακτηριστικό, την καθημερινή επανάληψη.

Ο Μάριος συζητούσε καιρό για αυτό το ταξίδι. Θυμάμαι που ξαπλώναμε στο κρεβάτι και άρχιζε ‘στο Άμστερνταμ πρέπει να πάω, εκεί που είναι ο θείος Μάκης και με περιμένει στρωμένη δουλειά’. Όμως δεν είχε κατάφερε να το πάρει απόφαση.. Ώσπου μια μέρα γύρισε στο σπίτι, και μου ανακοίνωσε αποφασισμένος ‘Μάντεψε την άλλη βδομάδα πάμε ταξιδάκι. Φεύγουμε για Άμστερνταμ. Μίλησα με τον θείο και μας περιμένει. Θα το δεις θα περάσουμε καταπληκτικά!’ 

Όντως μια βδομάδα μετά ήμασταν στο αεροδρόμιο έτοιμοι για αναχώρηση. Φτάσαμε στην έξοδο 3, όπου δείξαμε τα εισιτήρια μας και το βιβλιάριο υγείας μου… και μπήκαμε σε ένα λεωφορείο. 

-Αυτό θα μας πάει στο αεροπλάνο μας. Να το εκεί, το βλέπεις; μου είπε και με το δάχτυλο του έδειξε το αεροπλάνο.

‘Θεέ μου φαίνεται τόσο μεγάλο’ σκέφτηκα. Απορούσα πώς ήταν δυνατόν ένα τέτοιο αντικείμενο τόσων κιλών να μπορεί να πετάξει.. να μείνει στον αέρα για τις επόμενες τέσσερις ώρες και μάλιστα να μεταφέρει και κόσμο μέσα του. Μου φαινόταν απίστευτο. Επιβιβαστήκαμε και στην είσοδο του αεροπλάνου χωριστήκαμε με τον Μάριο. 

-Εγώ τώρα πάω μπροστά να κάτσω, εντάξει? Και εσύ πρέπει να πας πίσω. Μην φοβάσαι όμως. Θα χωριστούμε μόνο για τέσσερις ώρες.’ μου είπε. Χαμογέλασε και κατευθύνθηκε προς την θέση του. Εμένα με πήγαν στο πίσω μέρος του αεροπλάνου. Έναν μικρό χώρο ειδικά διαμορφωμένο.

‘Γιατί έπρεπε να χωριστούμε’ σκέφτηκα. Ήρθα σε αυτό το ταξίδι γιατί το ήθελε εκείνος, για να πιάσει δουλεία στο χαζό εστιατόριο του θείου και τώρα με αφήνει εδώ πίσω. Διαμαρτύρομαι… Φωνάζω… Εκείνος όμως είχε ήδη φτάσει στην θέση του. Βυθίστηκε στο κάθισμα του και τώρα πια δεν μπορούσα να τον δω, και ούτε εκείνος εμένα.

Μου θύμωσε; Αλλά όχι δεν έχει συμβεί κάτι τέτοιο. Λογικά θα του το είχαν επιβάλει από την αεροπορική εταιρεία. Ναι αυτό είναι. Θυμάμαι και όταν ήμασταν πίσω στην πόλη, δεν μας άφηναν να μπούμε σε μερικά ταξί εξαιτίας μου. Τόσοι κανόνες ‘πολιτισμού’ , κανόνες για να μας χωρίζουν. Τώρα φέρνω εικόνες στο μυαλό μου από το αμάξι του. Μου λείπει το αυτοκίνητο αυτό. Εκεί κανένας δεν μας χώριζε. Πηγαίναμε παντού μαζί. Με άφηνε ελεύθερο να κινούμαι εκεί μέσα. Με τα παράθυρα κατεβασμένα, εγώ να βγάζω έξω το κεφάλι μου.. να κλείνω τα μάτια και να φυσάει ο αέρας! Τι όμορφη αίσθηση… αίσθηση ελευθερίας!!

Μέσα σε λίγα λεπτά μου έφεραν και παρέα! Ξαφνικά δεν ήμουν μόνος μου σε αυτόν τον απόμακρο χώρο, σαν να ήμουν σε τιμωρία. Τοποθέτησαν το κλουβί της απέναντι απ’ το δικό μου. Ήταν πολύ όμορφη! 

-Γεια σου, πως σε λένε; με ρώτησε.

-Φασαρία, εσένα;

-Λούσυ. χάρηκα.

-Γιατί μας έχουν εδώ ξέρεις;

Με κάθε burger, δώρο αναψυκτικό 330ml!

-Πολιτική της εταιρείας. Ότι κάνουν και τα ταξί στην πόλη.

-Ακριβώς!!

Επιτέλους ένιωθα πως κάποιος καταλάβαινε πως ένιωθα για αυτούς τους κανόνες των ανθρώπων!

-Παράξενο όνομα έχεις , μου είπε χαμογελαστά.

-Ναι το ξέρω… ο Μάριος μου είπε ένα απόγευμα, ότι με ονόμασε έτσι γιατί όταν είχε πάει στο άσυλο να διαλέξει να πάρει κάποιον, μονό εγώ ακουγόμουν τόσο και τον κέρδισα αμέσως’

Ξαφνικά άρχισε να ακούγεται ένας υπόκωφος θόρυβος. Μάλλον ετοιμαζόμασταν για απογείωση. Δεν είπα τίποτα. Δεν ήθελα να φανώ στην Λούσυ ότι φοβόμουν. Εξάλλου μόλις την είχα γνωρίσει.

-Πόσο χρονών είσαι; ρώτησα, μήπως και ξεχάσω αυτόν τον τρομακτικό ήχο, μήπως καταφέρω και τον απομονώσω και συγκεντρωθώ μόνο στο άκουσμα της φωνής της. Και τη μελωδική φωνή!!

-Είμαι 2 χρόνων. Η Έλενα με έχει από κουτάβι, εσύ;

-Εγώ είμαι λίγο μεγαλύτερος. Έξι.

Είχα αρχίσει να χαμογελάω αλλά δεν κράτησε για πολύ.. θυμάμαι η απογείωση είχε έρθει να με προσγειώσει στους φόβους μου. Ένιωθα το στομάχι μου να έχει κολλήσει στην ράχη και όλες μου τις τρίχες στον αέρα. Προσπαθούσα να μην κοιτάζω την Λούσυ και καταλάβει ότι φοβόμουν, είχα ξεχάσει ότι μπορούσε να το μυρίσει!

-Προσπάθησε να χαλαρώσεις σε λίγο θα τελειώσει όλο αυτό. Μετά θα ακούγεται μόνο ο έντονος ήχος, μου είπε. 

-Όχι εντάξει μια χαρά είμαι, απλώς δεν το περίμενα τόσο … δυσάρεστο.

-Δυσάρεστο;

-Σαν συναίσθημα εννοώ.. αυτό στην απογείωση, όχι το ότι είμαι εδώ μαζί σου.

Το κατάλαβα, απλώς σε πειράζω!

-Γιατί πάτε στο Άμστερνταμ εσείς; 

Άλλαξα διακριτικά την κουβέντα γιατί τα έκανα θάλασσα πριν, αλλά κυρίως για να μάθω περισσότερα για εκείνη. 

-Η Έλενα είναι ζωγράφος και έχει μια έκθεση ζωγραφικής στο Άμστερνταμ, όπου πρέπει να παραβρίσκεται και παράλληλα την κάλεσαν να διδάξει σε ένα πανεπιστήμιο. Εσείς γιατί πάτε;

-Ο Μάριος θα ξεκινήσει δουλεία στο εστιατόριο του θείου του. Μου αρέσει όμως που ότι και αν κάνει με έχει πάντα μαζί του.

-Και με εμένα έτσι είναι η Έλενα, όμως δεν είναι όλοι οι άλλοι έτσι. Μια γειτόνισσα μου, μένει στο σπίτι μόνη της ή την φιλοξενούν φίλοι, όταν η ιδιοκτήτριά της λείπει.

-Κρίμα. Ξέρεις Λούσυ νομίζω είμαστε πολύ τυχεροί. Αλλά δεν μου αρέσει που είπες ‘ιδιοκτήτρια’ , ακούγεται τόσο άσχημα.

-Ναι, έχεις δίκιο τώρα που το λες. Για μένα η Έλενα είναι φίλη και με φροντίζει όσο καλύτερα μπορεί.

-Και για μένα ο Μάριος. Ωραία πρέπει να βρούμε έναν νέο τρόπο να τους αποκαλούμε…

-Χμμμ πως θα τους ονομάσουμε… 

-Το βρήκα!! Θα τους λέμε ‘φιλάνθρωπους’, οι φίλοι μας οι άνθρωποι!!

Φώναξα με ενθουσιασμό σαν να είχα ξεθάψει ένα κόκκαλο που έκρυβα για καιρό στην αυλή. Η Λούσυ χαμογέλασε.

-Μου αρέσει, ‘φιλάνθρωποι’ λοιπόν!!!

Αν και τα κλουβιά μας ήταν αντικριστά, δεν μπορούσα να την δω καθαρά.

Έσκυβα λίγο πιο χαμηλά για να δω πίσω από την κόκκινη πορτούλα την μουσούδα της και τα καφετιά της μάτια. Για τα υπόλοιπα είχα αφήσει την φαντασία μου να αναλάβει δράση. Μπορούσα τουλάχιστον να την μυρίζω. Τι υπέροχη μυρωδιά. Πρέπει να ήταν άρωμα καρύδας. Μακάρι όμως να κατάφερνα να την άγγιζα έστω και για λίγο. Το μόνο που έχω τώρα είναι η μυρωδιά της και αυτό για όσο καταφέρει η μνήμη μου να την κρατήσει ακέραια….

-Λες να ισχύει το ίδιο και για τις γάτες ή μόνο για εμάς; Ρώτησε η Λούσυ.

Πάγωσα από τον φόβο μου, προς στιγμής νόμιζα πως μπορούσε να διαβάσει τη σκέψη μου.

-Τι εννοείς;

-Αν ταξιδεύουν και αυτές όπως και εμείς…

-Αααα…,δεν νομίζω πάντως να της αφήνουν να κάθονται μπροστά. Αυτό θα ήταν άδικο. Το σωστό είναι να ήταν και αυτές σε κλουβιά, εδώ πίσω μαζί με μας.

-Ευτυχώς που δεν είναι καμία εδώ… είμαστε πολύ τυχεροί που είμαστε οι δυο μας. Είπε χαμογελαστά.

Είχα αρχίσει να την ερωτεύομαι. Αυτή η μυρωδιά καρύδας, το υπέροχο χαμόγελο της… Αν υπήρχε Θεός των σκύλων, ας ακούσει την προσευχή μου… ας έρθει για λίγο κοντά μου… μοναχά για λίγο…

Το αεροπλάνο αναταραζόταν.. Άρχισαν ξαφνικά να κινούνται τα κλουβιά μας δεξιά και αριστερά.. Ακουγόταν ένας έντονος ήχος. Δεν είχα καταλάβει τι γινόταν. Και εκείνη τη στιγμή, που πολλές άσχημες σκέψεις περνούσαν από το μυαλό μου, το κλουβί της Λούσυ αναπηδά, βρίσκεται για μερικά δευτερόλεπτα στον αέρα και προσγειώθηκε μπροστά από το δικό μου. Είχε κόλλησε η δική της πόρτα με την δική μου. Ήταν η καλύτερη μου στιγμή!! Μπορούσα να την μυρίσω από κοντά… επιτέλους ακουμπούσα την μουσούδα της! Πλέον δεν άκουγα ούτε τον έντονο θόρυβο, ούτε αισθανόμουν τις αναταραχές … Το μόνο που ένιωθα ήταν την καρδιά μου να χτυπά πλάι στην δική της.

Μετά από λίγα λεπτά ήρθε η αεροσυνοδός. Αγχωμένη κοιτούσε τα κλουβιά μας, άρπαξε γρήγορα το κλουβί της Λούσυ και το τοποθέτησε πίσω στην αρχική του θέση.

-Πω πω έλα να σε βάλω πίσω στην θέση σου. Αυτή τη φορά θα σε σταθεροποιήσω καλά. Καημενούλα μου πως βρέθηκες εκεί.

Έπειτα έφυγε και γύρισε στην μπροστινή καμπίνα.. Οι αναταραχές σταμάτησαν.. και όλα ήταν όπως πριν.. Η Λούσυ βρισκόταν και πάλι μακριά μου.. μόνο που τώρα είχα αυτές τις λίγες στιγμές κοντά της. Σε ευχαριστώ Θεέ που με άκουσες! Η υπόλοιπη ώρα της πτήσης κύλησε με όμορφες συζητήσεις.. μαθαίνοντας περισσότερα για εκείνη… βλέποντας μεταξύ χαρά και λύπης πόσα κοινά στοιχεία έχουμε.. 

Ακούστηκε ανακοίνωση ‘σε λίγα λεπτά φτάνουμε στο Άμστερνταμ. Η θερμοκρασία είναι 22 βαθμοί Κελσίου. Ευχαριστούμε που πετάξατε μαζί μας.’

Αυτό ήταν. Αυτή η ανακοίνωση σήμανε τα αντίο που έπρεπε να ειπωθούν. Η καρδιά μου πονούσε… Δεν έβγαινε κουβέντα, ούτε από μένα, ούτε από κείνη. Δεν ξέραμε τι να πούμε. Η φύση μας τα έχει πει όλα.. και τώρα οι σιωπές μας καλύπτουν τον πόνο. Πρώτη φορά ένιωσα τόσο έντονη τη σιωπή μου.. Αρχίζω και πιστεύω πόσο τυχερά είναι τα χρυσόψαρα με τα δέκα δευτερόλεπτα μνήμης τους… μερικές φορές είναι προτιμότερο να ξεχνάς…

-Να ξέρεις πως χάρηκα πάρα πολύ που σε γνώρισα, είπε η Λούσυ. Δεν θα σε ξεχάσω ποτέ. Να με θυμάσαι και εσύ και που ξέρεις μπορεί να βρεθούμε ξανά.

– Δεν θα σε ξεχάσω στο υπόσχομαι. Ελπίζω να σε ξαναδώ.

 Της είπα και γύρισα από την άλλη πλευρά του κλουβιού μου για να μην με δει να κλαίω. Ίσως με άκουσε αλλά δεν άντεχα να με έβλεπε κιόλας.

-Αντίο, ψιθύρισε.

Μπήκαν στην καμπίνα μας ο Μάριος και η Έλενα. Κατεβήκαμε από το αεροπλάνο και λίγα λεπτά αργότερα περιμέναμε να πάρουμε τις αποσκευές σε μια χαοτική αίθουσα αναμονής. Εκεί την ξαναείδα! Λίγο πιο πέρα από εμάς. Τώρα δεν με ένοιαζε να με ακούσουν.

Έκλαιγα… έκλαιγα δυνατά. Έδειξα ότι δικαίως με ονόμασαν ‘Φασαρία’, έδειξα ότι ναι υπάρχει καρδιά κάτω από αυτή την τριχωτή επιφάνεια. Έκλαψα μήπως με λυπηθεί ο Μάριος και καταλάβει ότι αγάπησα την Λούσυ και τώρα την χάνω. Κυρίως όμως έκλαψα γιατί μέσα μου ήξερα ότι δεν θα την ξαναέβλεπα ποτέ …. ότι θα έμενα μόνο με μια μακρινή ανάμνηση της γλυκιάς μουσούδας της και της μεθυστικής μυρωδιάς της.

ΔΥΟ ΜΗΝΕΣ ΑΡΓΟΤΕΡΑ…

Κάθομαι στο νέο μας σπίτι. Μου θυμίζει το παλιό μας διαμέρισμα μόνο που είναι λίγο πιο μικρό. Σιγά – σιγά βρήκαμε πάλι τους ρυθμούς μας. Ο Μάριος με την δουλειά του, εγώ με τις βόλτες μου και με νέες περιοχές για περπάτημα και εξερεύνηση. Μερικές φορές όμως εκεί που κάθομαι, μου έρχεται στο μυαλό η Λούσυ.. Τι να κάνει τώρα, που να βρίσκεται. Άραγε θα την ξαναδώ ποτέ… και τότε κουρνιάζω στο σπιτάκι μου μέχρι να με πάρει ο ύπνος και καταφέρω να την ξεχάσω και να ξεχαστώ.

Είχε σκοτεινιάσει έξω και περίπου τέτοια ώρα γυρνάει ο Μάριος από την δουλειά. Ακούω τα κλειδιά του και τρέχω γρήγορα στην πόρτα να τον υποδεχτώ. 

-Έλα πέρασε μέσα Έλενα. Αυτό είναι το διαμέρισμα μου. Μην το βλέπεις έτσι μικρό, το υπόλοιπο μου το χρωστάει η μεταφορική… και αυτός εδώ είναι ο Φασαρίας που σου έλεγα.’ Είπε ο Μάριος.

-Γεια σου Φασαρία. Εγώ είμαι η Έλενα και αυτή εδώ είναι η Λούσυ…

Δεν το πιστεύω!!! Την ξαναβλέπω..μετά από τόσο καιρό!! Αυτή είναι. Γαυγίζω σαν τρελός… τρέχω κοντά της και την μυρίζω… να βεβαιωθώ ότι δεν είναι παιχνίδι της φαντασίας μας… Πηγαίνω γύρω τριγύρω της.. Η ουρά της νόμιζες πως θα ξεριζωθεί από το κούνημα.. 

-Πόσο μου έλειψε αυτό η μυρωδιά καρύδας, της λέω.. πόσο μου έλειψες και εσύ.

-Και εμένα μου έλειψες. Τελικά άξιζε αυτή η αναμονή!!

Ο Μάριος κλείνει την πόρτα πίσω μας, εμείς τρέχουμε στο σαλόνι να κερδίσουμε το χαμένο χρόνο….

Τόσο καιρό είχα μόνο την ανάμνηση της… τώρα έχω και την ίδια! 

ΤΕΛΟΣ

Η Χάιδω Σεραφειμίδου γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη το 1988. Είναι πτυχιούχος Οικονομικών Επιστημών από το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Σήμερα εργάζεται ως στιχουργός και παράλληλα ως creator manager στο νέο ελληνικό καλλιτεχνικό portal artpath.gr. Το 2010 κυκλοφόρησε την πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο ‘Θρόισμα Ψυχής’ και συνεχίζει να γράφει για όσα φοβάται, για όσα ελπίζει, για όσα ονειρεύεται, για όλους όσους έχουν ανάγκη λίγη από την μαγεία των λέξεων.