Το χρέος της Ελλάδας αποτελεί ένα από τα πιο πολυσυζητημένα ζητήματα στην ευρωπαϊκή οικονομία, με ιστορία που ξεκινά από την κρίση του 2009-2010 και συνεχίζει να επηρεάζει τη χώρα μέχρι σήμερα, το 2025. Με βάση τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία, το ελληνικό δημόσιο χρέος εκτιμάται ότι ανέρχεται σε περίπου 350 δισεκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) για το 2025.
Το ποσό αυτό, αν και μειωμένο σε σχέση με το απόλυτο peak της κρίσης, παραμένει ένα από τα υψηλότερα στην Ευρωζώνη όταν συγκρίνεται με το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ). Πόσο ακριβώς είναι αυτό το χρέος, πώς σχετίζεται με την οικονομία και τι σημαίνει για τη ζωή των Ελλήνων πολιτών;
Το Μέγεθος του Χρέους το 2025
Μέχρι το τέλος του 2025, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας προβλέπεται να κυμαίνεται γύρω στα 350 δισ. ευρώ, με το λόγο χρέους προς ΑΕΠ να φτάνει περίπου το 146,8%, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Αυτό το ποσοστό είναι σημαντικά χαμηλότερο από το 180% που είχε φτάσει το 2020, κατά την κορύφωση της πανδημίας, χάρη στην ανάκαμψη της οικονομίας και τις πρόωρες αποπληρωμές δανείων. Το ΑΕΠ της Ελλάδας το 2025 αναμένεται να είναι κοντά στα 238 δισ. ευρώ, με ρυθμό ανάπτυξης 2,3%, που θεωρείται υψηλότερος από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (0,8%). Αυτή η μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ δείχνει πρόοδο, αλλά η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει το υψηλότερο χρέος στην Ευρώπη σε σχέση με το μέγεθος της οικονομίας της.
Η μείωση οφείλεται σε συνδυασμό παραγόντων: την ισχυρή ανάπτυξη του ΑΕΠ, τα πρωτογενή πλεονάσματα (2,9% του ΑΕΠ το 2024, που προβλέπονται να παραμείνουν σταθερά), και τις πρόωρες αποπληρωμές δανείων από το πρώτο μνημόνιο, όπως τα 7,9 δισ. ευρώ που εξοφλήθηκαν τον Δεκέμβριο του 2024. Παρά την πρόοδο, το χρέος παραμένει τεράστιο σε απόλυτους αριθμούς, υπενθυμίζοντας ότι η κληρονομιά της κρίσης δεν έχει ακόμα ξεπεραστεί πλήρως.
Σύγκριση με το ΑΕΠ και Οικονομικές Συνέπειες
Η σύγκριση του χρέους με το ΑΕΠ είναι κρίσιμη για να κατανοήσουμε τη βιωσιμότητά του. Το 2010, το χρέος ήταν 300 δισ. ευρώ, αλλά το ΑΕΠ ήταν πολύ μικρότερο (περίπου 222 δισ. ευρώ), οδηγώντας σε λόγο χρέους προς ΑΕΠ 127%. Το 2025, ενώ το απόλυτο χρέος είναι μεγαλύτερο, η αύξηση του ΑΕΠ έχει μειώσει το ποσοστό, δείχνοντας μια πιο υγιή οικονομία. Ωστόσο, το 146,8% παραμένει πολύ πάνω από το όριο του 60% που θέτει η Συνθήκη του Μάαστριχτ, υπογραμμίζοντας ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να εξαρτάται από την υποστήριξη της Ευρωζώνης και τις ευνοϊκές συνθήκες δανεισμού.
Αυτό το υψηλό χρέος σημαίνει ότι η Ελλάδα πρέπει να διατηρεί πλεονάσματα και να αποπληρώνει τόκους, περιορίζοντας τους πόρους για δημόσιες δαπάνες, όπως η υγεία, η παιδεία και οι υποδομές. Το 2025, προβλέπεται ότι το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους θα είναι διαχειρίσιμο λόγω των χαμηλών επιτοκίων στα δάνεια της ΕΕ και των μεγάλων περιόδων χάριτος, αλλά οποιαδήποτε αύξηση των επιτοκίων ή επιβράδυνση της ανάπτυξης θα μπορούσε να ανατρέψει αυτή την ισορροπία. Η χώρα βρίσκεται σε μια λεπτή θέση: η οικονομική της ανάκαμψη είναι εντυπωσιακή, αλλά η εξάρτηση από εξωτερικούς παράγοντες την καθιστά ευάλωτη.
Πώς Επηρεάζει τη Ζωή των Πολιτών
Η επίδραση του χρέους στη ζωή των Ελλήνων πολιτών είναι πολυδιάστατη. Από τη μία, η μείωση του λόγου χρέους και η ανάπτυξη έχουν φέρει θετικά σημάδια: η ανεργία έχει πέσει κάτω από 10% το 2025 (από 28% το 2014), και η αύξηση του κατώτατου μισθού έχει ενισχύσει την αγοραστική δύναμη των χαμηλόμισθων. Ωστόσο, η Ελλάδα παραμένει η φτωχότερη χώρα της Ευρωζώνης σε όρους πραγματικής αγοραστικής δύναμης, σύμφωνα με την OECD. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ είναι ακόμα 25% χαμηλότερο από τα προ κρίσης επίπεδα, και η φτώχεια πλήττει πάνω από το 30% του πληθυσμού.
Οι πολιτικές λιτότητας, που επιβλήθηκαν για να εξασφαλιστούν τα πλεονάσματα, έχουν αφήσει βαθιά σημάδια. Οι συντάξεις και οι μισθοί στο δημόσιο παραμένουν χαμηλοί, ενώ οι φόροι είναι υψηλοί για να υποστηρίξουν τις αποπληρωμές. Η μετανάστευση νέων, αν και μειωμένη, συνεχίζεται, με πολλούς να αναζητούν καλύτερες ευκαιρίες στο εξωτερικό. Παράλληλα, η ανάπτυξη από τον τουρισμό και τις επενδύσεις της ΕΕ (Next Generation EU) δεν κατανέμεται ομοιόμορφα, αφήνοντας περιφέρειες και ευάλωτες ομάδες στο περιθώριο. Η αίσθηση ότι η οικονομία βελτιώνεται δεν φτάνει σε όλους, δημιουργώντας ένα χάσμα μεταξύ των μακροοικονομικών δεικτών και της καθημερινής ζωής.
Συμπέρασμα
Το χρέος της Ελλάδας το 2025, στα 350 δισ. ευρώ και 146,8% του ΑΕΠ, είναι ένας αριθμός που δείχνει πρόοδο αλλά και προκλήσεις. Η μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ είναι ενθαρρυντική, υποστηριζόμενη από την ανάπτυξη και τη δημοσιονομική πειθαρχία, αλλά το απόλυτο μέγεθος του χρέους παραμένει βαρύ φορτίο. Για την οικονομία, σημαίνει συνεχή εξάρτηση από εξωτερική βοήθεια και περιορισμένες δυνατότητες για επενδύσεις στην ευημερία των πολιτών. Για τους Έλληνες, φέρνει έναν διπλό κόσμο: ελπίδα για ανάκαμψη, αλλά και την επίγνωση ότι η πλήρης απελευθέρωση από τα δεσμά της κρίσης είναι ακόμα μακριά. Το μέλλον εξαρτάται από τη συνεχή ανάπτυξη και τη σωστή διαχείριση – ένα στοίχημα που η Ελλάδα δεν μπορεί να χάσει.