Με την κατάκτηση της Γαλλίας, ο Χίτλερ θα μπορούσε πια να στρέψει τις δυνάμεις του στον μοναδικό εναπομείναντα εχθρό της Γερμανίας, τη Μεγάλη Βρετανία, η οποία χωρίζονταν από τον ασταμάτητο Γερμανικό Στρατό από τα ύδατα της Μάγχης. Στις 16 Ιουλίου 1940, ο Χίτλερ εξέδωσε μια οδηγία που διέταζε την προετοιμασία και, εάν ήταν απαραίτητο, την εκτέλεση ενός σχεδίου για την εισβολή στη Μεγάλη Βρετανία.
Όμως μια αμφίβια εισβολή στη Βρετανία θα ήταν δυνατή μόνο – δεδομένου του μεγάλου ναυτικού της Μεγάλης Βρετανίας – αν η Γερμανία μπορούσε να καταφέρει να ελέγξει τη ζώνη μάχης στον αέρα. Για το σκοπό αυτό, ο επικεφαλής της Luftwaffe, Χέρμαν Γκαίρινγκ, εξέδωσε στις 2 Αυγούστου την οδηγία “Ημέρα του Aετού” (Adlertag), καθορίζοντας ένα σχέδιο επίθεσης στο οποίο μαζικές επιθέσεις από τον αέρα θα κατέστρεφαν τη βρετανική αεροπορία και θα άνοιγαν το δρόμο για την αμφίβια εισβολή, γνωστή και ως Επιχείρηση Sea Lion.
Μια πιθανή νίκη της Luftwaffe στον αέρα θα άφηνε πράγματι ανοιχτή τη Μεγάλη Βρετανία στην εισβολή και την κατοχή.
Θέλεις να μειώσεις τον λογαριασμό του ρεύματός σου; Είναι απλό!
Η νίκη της Βασιλικής Πολεμικής Αεροπορίας (RAF) τελικά, απέτρεψε αυτή την έκβασε και στην πραγματικότητα δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την επιβίωση της Μεγάλης Βρετανίας μέχρι το τέλος του πολέμου και ενδεχομένως την ήττα της ναζιστικής Γερμανίας
Οι δυνάμεις που συμμετείχαν σε αυτή τη μάχη της Βρετανίας ήταν σχετικά μικρές. Οι Βρετανοί τότε διέθεταν περίπου 600 μαχητικά αεροσκάφη για την υπεράσπιση της χώρας. Οι Γερμανοί είχαν στη διάθεσή τους περίπου 1300 βομβαρδιστικά και περίπου 900 μονοκινητήρια και 300 δικινητήρια μαχητικά. Αυτά βρίσκονταν σε βάσεις γύρω από την Αγγλία, από τη Νορβηγία μέχρι τη χερσόνησο του Cherbourg στη βόρεια παράκτια Γαλλία.
Οι επιθέσεις ξεκίνησαν τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 1940, κορυφώθηκαν τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο και ολοκληρώθηκαν – το γνωστό Blitz – το χειμώνα του 1940-41. Στην εκστρατεία, η Luftwaffe δεν είχε συστηματικό ή συνεκτικό σχέδιο δράσης: μερικές φορές προσπάθησε να δημιουργήσει αποκλεισμό της Βρετανίας με την καταστροφή των πλοίων και των λιμανιών.
Άλλες φορές, να καταστρέψει τη Βρετανική Αεροπορική Διοίκηση με βομβαρδισμούς των επίγειων εγκαταστάσεων, και μερικές φορές επιδιώκοντας άμεσα στρατηγικά χτυπήματα με επιθέσεις στο Λονδίνο και σε άλλα πυκνοκατοικημένα βιομηχανικά κέντρα. Οι Βρετανοί, από την άλλη πλευρά, προετοιμάστηκαν για το είδος της μάχης που θα γινόταν στην πραγματικότητα. Η έγκαιρη προειδοποίηση των ραντάρ, των πιο προηγμένων συστημάτων τότε στον κόσμο, πληροφορούσε το πού και πότε θα κατευθύνουν οι Βρετανοί τις μαχητικές δυνάμεις τους για να αποκρούσουν τις γερμανικές βομβιστικές επιθέσεις.
Παράλληλα, το Spitfire, παρά τη μικρή του παραγωγή ακόμα, ήταν το καλύτερο αναχαιτιστικό από οποιοδήποτε μαχητικό οποιασδήποτε άλλης αεροπορίας της εποχής
Με κάθε burger, δώρο αναψυκτικό 330ml!
Οι Βρετανοί πολεμούσαν όχι μόνο με το – ασυνήθιστο γι αυτούς – πλεονέκτημα, τον ανώτερο εξοπλισμό, αλλά και εναντίον ενός εχθρού που διασπάστηκε και καταδικάστηκε από τις συγκαιρίες και την έλλειψη προοπτικής, να πολεμήσει με μειονεκτική τακτική. Τα γερμανικά βομβαρδιστικά δεν είχαν την ικανότητα να μεταφέρουν αρκετό όγκο βομβών για να επιτύχουν μεγάλα καταστροφικά χτυπήματα και επίσης αποδείχθηκαν ευάλωτα στα Spitfires και Hurricanes στο φως της ημέρας.
Τα ραντάρ της Βρετανίας, εξάλλου, τους εμπόδισαν σε μεγάλο βαθμό να εκμεταλλευτούν το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού. Τα γερμανικά βομβαρδιστικά βύθισης ήταν ακόμα πιο ευάλωτα στα βρετανικά μαχητικά και η κάλυψη των βομβαρδιστικών μεγάλου βεληνεκούς ήταν μόνο μερικώς εφικτή καθώς τα τελευταία λειτουργούσαν στο όριο της εμβέλειάς τους
Οι γερμανικές αεροπορικές επιθέσεις άρχισαν σε λιμάνια και αεροδρόμια κατά μήκος της Μάγχης.
Τον Ιούνιο και τον Ιούλιο του 1940, καθώς οι Γερμανοί ανακατένεμαν σταδιακά τις δυνάμεις τους, η μάχη στον αέρα μεταφέρθηκε στο εσωτερικό της Βρετανίας. Στις 8 Αυγούστου άρχισε η εντατική φάση, καθώς οι Γερμανοί ξεκίνησαν βομβιστικές επιδρομές με περίπου 1.500 αεροσκάφη ημερησίως και στόχευαν τα βρετανικά αεροδρόμια και σταθμούς ραντάρ. Σε τέσσερις επιθέσεις, στις 8, 11, 12 και 13 Αυγούστου, οι Γερμανοί έχασαν 145 αεροσκάφη έναντι 88 των Βρετανών.
Μέχρι τα τέλη Αυγούστου οι Γερμανοί είχαν χάσει πάνω από 600 αεροσκάφη, ενώ η RAF μόνο 260. Όμως η RAF είχε χάσεις τους λίγους πεπειραμένους πιλότους της με πολύ γρήγορο ρυθμό και η αποτελεσματικότητά της μειώθηκε περαιτέρω από τις ζημιές που είχαν γίνει στους σταθμούς ραντάρ από τους γερμανικούς βομβαρδισμούς. Στις αρχές Σεπτεμβρίου, οι Βρετανοί απάντησαν απροσδόκητα ξεκινώντας βομβαρδισμούς στο Βερολίνο, οι οποίες εξόργισαν τον Χίτλερ τόσο, ώστε διέταξε τη Luftwaffe να περιορίσει τις επιθέσεις στις αεροπορικές βάσεις και να τις κατευθύνει στο Λονδίνο και σε άλλες πόλεις. Αυτές οι επιθέσεις στο Λονδίνο, το Κόβεντρι, το Λίβερπουλ και σε άλλες πόλεις συνεχίστηκαν για αρκετούς μήνες.
Τον Σεπτέμβριο του 1940 η βρετανική Αεροπορική Διοίκηση είχε πλέον αποδείξει στη Luftwaffe ότι δεν μπορούσε να κερδίσει αεροπορική υπεροχή.
Τα βρετανικά μαχητικά κατέρριπταν τα γερμανικά βομβαρδιστικά γρηγορότερα από ότι μπορούσαν αυτά να παραχθούν. Έτσι κερδήθηκε η μάχη της Βρετανίας και η εισβολή στην Αγγλία αναβλήθηκε επ αόριστο από τον Χίτλερ. Οι Βρετανοί είχαν χάσει περισσότερα από 900 μαχητικά αλλά είχαν καταρρίψει περίπου 1.700 γερμανικά αεροσκάφη
Κατά τη διάρκεια του επόμενου χειμώνα, η Luftwaffe διατήρησε τις βομβιστικές επιδρομές, πραγματοποιώντας νυχτερινούς βομβαρδισμούς στις μεγαλύτερες πόλεις της Βρετανίας. Σταδιακά μέχρι τον Φεβρουάριο του 1941 οι επιθέσεις μειώθηκαν. Τον Μάρτιο και τον Απρίλιο του 1941 οι επιθέσεις αυξήθηκαν με σχεδόν 10.000 εξόδους βομβαρδιστικών που προκάλεσαν σοβαρές ζημιές κυρίως στο Λονδίνο. Από εκεί και πέρα, οι Γερμανοί συνειδητοποίησαν τη ματαιότητα της προσπάθειας και οι στρατηγικές αεροπορικές επιχειρήσεις εξασθένησαν