Η πτώση του καθεστώτος Άσαντ, που φαντάζει πιο πιθανή από ποτέ το Μάρτιο του 2025, σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής για τη Συρία, αλλά και την αρχή μιας εξαιρετικά δύσκολης περιόδου ανοικοδόμησης. Μετά από περισσότερο από μια δεκαετία εμφυλίου πολέμου, η χώρα βρίσκεται σε ερείπια: υποδομές κατεστραμμένες, εκατομμύρια πρόσφυγες και εσωτερικά εκτοπισμένοι, και μια οικονομία σε κατάρρευση.
Η ανοικοδόμηση της Συρίας σε μια μετα-Άσαντ εποχή συνεπάγεται τεράστιες προκλήσεις, αλλά και προοπτικές για σταθερότητα και ανάπτυξη, εφόσον υπάρξει συντονισμένη προσπάθεια από τη διεθνή κοινότητα. Οι πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές διαστάσεις αυτής της διαδικασίας θα καθορίσουν το μέλλον της χώρας και της ευρύτερης περιοχής.
Οι Προκλήσεις της Ανοικοδόμησης
Η φυσική καταστροφή που άφησε πίσω του ο πόλεμος είναι συντριπτική. Πόλεις όπως το Χαλέπι, η Χομς και η Ανατολική Γούτα έχουν ισοπεδωθεί, με το 70% των κατοικιών να έχουν υποστεί ζημιές ή να έχουν καταστραφεί εντελώς, σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΟΗΕ. Οι υποδομές – δρόμοι, νοσοκομεία, σχολεία και δίκτυα ύδρευσης – είναι σχεδόν ανύπαρκτες, ενώ η γεωργική παραγωγή, που κάποτε αποτελούσε τη ραχοκοκαλιά της συριακής οικονομίας, έχει συρρικνωθεί κατά 60%. Το κόστος ανοικοδόμησης υπολογίζεται από τη Παγκόσμια Τράπεζα σε περισσότερα από 400 δισεκατομμύρια δολάρια, ποσό που υπερβαίνει κατά πολύ τις δυνατότητες της Συρίας, η οποία αντιμετωπίζει πληθωρισμό, ανεργία στο 50% και αποδυναμωμένο νόμισμα.
Η πολιτική αστάθεια αποτελεί ακόμη μεγαλύτερη πρόκληση. Η μετάβαση από το καθεστώς Άσαντ σε μια νέα διακυβέρνηση ενέχει τον κίνδυνο κενού εξουσίας, με διάφορες ένοπλες ομάδες, όπως η Χαγιάτ Ταχρίρ αλ-Σαμ (HTS) και οι Κούρδοι της SDF, να διεκδικούν έλεγχο. Η απουσία ενός ευρέως αποδεκτού πολιτικού πλαισίου μπορεί να οδηγήσει σε νέες συγκρούσεις, καθυστερώντας την ανοικοδόμηση. Επιπλέον, η κοινωνική συνοχή είναι βαθιά πληγωμένη, με εθνοτικές και θρησκευτικές εντάσεις μεταξύ Αλαουιτών, Σουνιτών, Κούρδων και Χριστιανών να περιπλέκουν τη διαδικασία συμφιλίωσης.
Οι Προοπτικές για Ανάκαμψη
Παρά τις δυσκολίες, η πτώση του Άσαντ ανοίγει παράθυρο ευκαιρίας για τη Συρία. Η χώρα διαθέτει στρατηγική γεωγραφική θέση, φυσικούς πόρους – όπως πετρέλαιο και φυσικό αέριο – και έναν πληθυσμό με υψηλό επίπεδο μόρφωσης πριν από τον πόλεμο, που θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για την οικονομική αναγέννηση. Η επιστροφή των προσφύγων, που σήμερα ξεπερνούν τα 6,5 εκατομμύρια σύμφωνα με την UNHCR, είναι κρίσιμη. Με κατάλληλες συνθήκες ασφάλειας και ευκαιρίες εργασίας, οι Σύροι που ζουν στο εξωτερικό – κυρίως σε Τουρκία, Λίβανο και Ευρώπη – θα μπορούσαν να συνεισφέρουν με δεξιότητες και κεφάλαια στην ανοικοδόμηση.
Η ενεργειακή ανασυγκρότηση αποτελεί ακόμη μία προοπτική. Η Συρία θα μπορούσε να επανακτήσει τη θέση της ως κόμβος μεταφοράς ενέργειας, αξιοποιώντας τη θέση της μεταξύ Μέσης Ανατολής και Ευρώπης. Επιπλέον, η ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως η ηλιακή, θα μπορούσε να καλύψει τις εσωτερικές ανάγκες και να προσελκύσει ξένες επενδύσεις. Η ανοικοδόμηση της γεωργίας, με τη στήριξη διεθνών οργανισμών, θα μπορούσε να εξασφαλίσει επισιτιστική ασφάλεια και να μειώσει την εξάρτηση από εισαγωγές.
Ο Ρόλος της Διεθνούς Κοινότητας
Η διεθνής κοινότητα καλείται να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην ανοικοδόμηση της Συρίας, καθώς η χώρα δεν μπορεί να τα καταφέρει μόνη της. Ο ΟΗΕ, μέσω του Γραφείου Συντονισμού Ανθρωπιστικών Υποθέσεων (OCHA), έχει ήδη προτείνει ένα σχέδιο 10ετούς αποκατάστασης, με έμφαση στην ανοικοδόμηση υποδομών και την επανένταξη των προσφύγων. Ωστόσο, η χρηματοδότηση παραμένει αβέβαιη. Οι ΗΠΑ και η ΕΕ, που διατηρούν κυρώσεις κατά του καθεστώτος Άσαντ, έχουν δηλώσει ότι η άρση τους θα εξαρτηθεί από την εγκαθίδρυση μιας δημοκρατικής διακυβέρνησης, κάτι που περιπλέκει την άμεση παροχή βοήθειας.
Η Ρωσία και το Ιράν, παραδοσιακοί σύμμαχοι του Άσαντ, αναμένεται να διεκδικήσουν επιρροή στη μετα-Άσαντ εποχή, πιθανώς μέσω συμβολαίων ανοικοδόμησης. Αντίθετα, η Τουρκία, που φιλοξενεί τον μεγαλύτερο αριθμό Σύρων προσφύγων, πιέζει για τη δημιουργία «ασφαλών ζωνών» στο βόρειο τμήμα της Συρίας, με στόχο την επιστροφή τους. Οι αραβικές χώρες, όπως η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, δείχνουν διάθεση να επενδύσουν, υπό την προϋπόθεση πολιτικής σταθερότητας και αποκλεισμού ισλαμιστικών ομάδων από την εξουσία.
Οι Κοινωνικές και Πολιτικές Προϋποθέσεις
Η επιτυχία της ανοικοδόμησης εξαρτάται από τη δημιουργία ενός συμμετοχικού πολιτικού συστήματος που θα αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών. Η διεθνής κοινότητα, μέσω του ΟΗΕ, θα μπορούσε να στηρίξει τη διεξαγωγή ελεύθερων εκλογών και τη σύνταξη νέου συντάγματος, εξασφαλίζοντας τη συμμετοχή όλων των εθνοθρησκευτικών ομάδων. Παράλληλα, η απονομή δικαιοσύνης για τα εγκλήματα πολέμου – μέσω ενός υβριδικού δικαστηρίου, όπως προτείνει η Human Rights Watch – είναι απαραίτητη για τη συμφιλίωση.
Η επανένταξη των εκτοπισμένων και η ανοικοδόμηση της κοινωνικής συνοχής απαιτούν προγράμματα εκπαίδευσης και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης. Η διεθνής βοήθεια θα πρέπει να εστιάσει στη δημιουργία θέσεων εργασίας, ιδιαίτερα για τη νεολαία, που αποτελεί το 60% του πληθυσμού, ώστε να αποτραπεί η ριζοσπαστικοποίηση και η μετανάστευση.
Η ανοικοδόμηση της Συρίας μετά το τέλος του καθεστώτος Άσαντ είναι ένα εγχείρημα τεράστιων διαστάσεων, με προκλήσεις που κυμαίνονται από την έλλειψη πόρων και την πολιτική αστάθεια έως την κοινωνική κατακερματισμό. Ωστόσο, οι προοπτικές για ανάκαμψη είναι υπαρκτές, εάν η διεθνής κοινότητα συνεργαστεί αρμονικά, παρέχοντας όχι μόνο οικονομική στήριξη, αλλά και πολιτική και κοινωνική καθοδήγηση. Η επιτυχία αυτής της προσπάθειας θα κρίνει εάν η Συρία θα μετατραπεί σε παράδειγμα ανθεκτικότητας ή θα παραμείνει ένα αποτυχημένο κράτος.