Youmag.gr
Γιατί χασμουριόμαστε; Ένα ερώτημα που προσπαθεί να απαντήσει η επιστήμη, χωρίς έως τώρα να έχει καταλήξει σε ένα κοινά αποδεκτό συμπέρασμα. Ας αναλύσουμε το θέμα «χασμουρητό»!...

Γιατί χασμουριόμαστε; Ένα ερώτημα που προσπαθεί να απαντήσει η επιστήμη, χωρίς έως τώρα να έχει καταλήξει σε ένα κοινά αποδεκτό συμπέρασμα. Ας αναλύσουμε το θέμα «χασμουρητό»!

Τι είναι το χασμουρητό;

Το χασμουρητό είναι ένα αντανακλαστικό, που συνίσταται στην ταυτόχρονη εισπνοή αέρα και το τέντωμα των τυμπάνων, που ακολουθείται από μια εκπνοή.

Το χασμουρητό εμφανίζεται πιο συχνά σε ενήλικες αμέσως πριν και μετά τον ύπνο, κατά την διάρκεια κουραστικών δραστηριοτήτων, ενώ μπορεί να είναι και αποτέλεσμα… μετάδοσης από άλλους ανθρώπους. Συνήθως συνδέεται με την κούραση, το άγχος, την υπνηλία, ακόμα και με την πλήξη ή το αίσθημα της πείνας, αν και κάποιες μελέτες δείχνουν ότι μπορεί να συνδέεται με την ψύξη του εγκεφάλου. Στους ανθρώπους, το χασμουρητό προκαλείται συχνά από το χασμουρητό των άλλων (όταν, δηλαδή, βλέπουμε ένα πρόσωπο να χασμουριέται ή όταν μιλάμε με κάποιον στο τηλέφωνο και χασμουριέται).

Περίπου 20 λόγοι φυσιολογικής φύσεωςς έχουν προταθεί από τους επιστήμονες για το χασμουρητό, αλλά δεν υπάρχει ιδιαίτερη συμφωνία σχετικά με τις βασικές λειτουργίες του.

Γιατί χασμουριόμαστε;

Υπάρχουν διάφορες θεωρίες που προσπαθούν να εξηγήσουν γιατί τα ζώα και οι άνθρωποι χασμουριούνται.

Μια μελέτη αναφέρει ότι το χασμουρητό συμβαίνει όταν το αίμα περιέχει αυξημένες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα και, ως εκ τούτου, γίνεται με σκοπό να αυξηθεί η εισροή οξυγόνου (ή να εκδιωχθεί το διοξείδιο του άνθρακα). Στην πραγματικότητα, βέβαια, το χασμουρητό μπορεί να προσφέρει μειωμένη πρόσληψη οξυγόνου σε σύγκριση με την κανονική αναπνοή.

Μια άλλη πρόταση επισημαίνει ότι τα ζώα που είναι δυνητικά θηράματα και μπορεί να βρεθούν σε κίνδυνο ανά πάσα στιγμή θα πρέπει να είναι έτοιμα να υπερβούν τον εαυτό τους σωματικά σε κάθε δεδομένη στιγμή. Τουλάχιστον μία μελέτη δείχνει ότι το χασμουρητό, ειδικά το ψυχολογικό «μεταδοτικό» χασμουρητό, μπορεί να αναπτυχθεί ως τρόπος διατήρησης μια ομάδα ζώων σε εγρήγορση. Αν ένα ζώο βρίσκεται σε υπνηλία ή βαριέται, μπορεί να μη βρίσκεται και τόσο σε εγρήγορση. Ως εκ τούτου, το «μεταδοτικό» χασμουρητό θα μπορούσε να είναι μια ενστικτώδης αντίδραση στο σήμα κάποιου μέλους της ομάδας που υπενθυμίζει στα άλλα ζώα να είναι σε εγρήγορση.

Η νευρικότητα έχει επίσης προταθεί ως ένας πιθανός λόγος. Έχει σημειωθεί σε αλεξιπτωτιστές να χασμουριούνται, λίγες στιγμές προτού βγουν από το αεροσκάφος.

Μια άλλη ιδέα πρεσβεύει ότι το χασμουρητό είναι ο τρόπος του σώματος να ελέγχει τη θερμοκρασία του εγκεφάλου. Το 2007, ερευνητές –συμπεριλαμβανομένου ενός καθηγητής ψυχολογίας από το Πανεπιστήμιο του Albany– πρότειναν ότι το χασμουρητό μπορεί να είναι ένα μέσο που κρατάει τον εγκέφαλο δροσερό. Οι εγκέφαλοι των θηλαστικών λειτουργούν καλύτερα σε ένα περιορισμένο εύρος θερμοκρασιών. Μια παρόμοια υπόθεση είναι ότι το χασμουρητό χρησιμοποιείται για τη ρύθμιση της θερμοκρασίας του σώματος. Οι Guttmann και Dopart (2011) κατέληξαν στο συμπέρασμα πως το χασμουρητό προκαλεί μία από αυτές τις τρεις πιθανές καταστάσεις: ο εγκέφαλος κρυώνει λόγω της εισροής ή εκροής του οξυγόνου, η πίεση στον εγκέφαλο μειώνεται από την εκροή οξυγόνου, ή η πίεση του εγκεφάλου αυξάνεται από την εισροή του αέρα που προκαλείται από τον αυξημένο κρανιακό χώρο.

Μια άλλη υπόθεση είναι ότι τα χασμουρητά προκαλούνται από τις ίδιες χημικές ουσίες (νευροδιαβιβαστές) στον εγκέφαλο που επηρεάζουν τα συναισθήματα, τη διάθεση, την όρεξη, και άλλα φαινόμενα. Αυτές οι χημικές ουσίες περιλαμβάνουν τη σεροτονίνη, την ντοπαμίνη, το γλουταμινικό οξύ και το μονοξείδιο του αζώτου. Καθώς αυτές οι ενώσεις ενεργοποιούνται στον εγκέφαλο, αυξάνεται η συχνότητα των χασμουρητών. Αντίστροφα, μια μεγαλύτερη παρουσία στον εγκέφαλο οπιοειδών νευροδιαβιβαστών, όπως οι ενδορφίνες, μειώνει τη συχνότητα των χασμουρητών.

Η κοινωνική λειτουργία του χασμουρητού

Για να εξετάσουμε το θέμα από την πλευρά ενός πιθανού εξελικτικού πλεονεκτήματος, το χασμουρητό μπορεί να είναι ένα ένστικτο της αγέλης. Για παράδειγμα, κάποιες θεωρίες προτείνουν ότι το χασμουρητό χρησιμεύει για να συγχρονίσει τη διάθεση στα αγελαία ζώα, κάτι παρόμοιο με το ουρλιαχτό σε μια αγέλη λύκων. Σηματοδοτεί την κούραση στα άλλα μέλη της ομάδας, προκειμένου να συγχρονίσουν τις συνήθειες και τις περιόδους του ύπνου.

Το αντανακλαστικό χασμουρητό έχει παρατηρηθεί να είναι μεταδοτικό από αρκετά παλιά. Το 1508, ο Έρασμος έγραψε: «Το χασμουρητο ενός ανθρώπου κάνει κάποιον άλλο να χασμουρηθεί». Η παρατήρηση του προσώπου κάποιου που χασμουριέται, το διάβασμα για το χασμουρητό, η σκέψη του χασμουρητού ή το να κοιτάζουμε μια φωτογραφία χασμουρητού μπορεί να μας κάνουν να χασμουρηθούμε. Η γενεσιουργός αιτία για το μεταδοτικό χασμουρητό μπορεί να βρίσκεται στους κατοπτρικούς νευρώνες, στο μετωπιαίο φλοιό συγκεκριμένων σπονδυλωτών, οι οποίοι, κατά την έκθεση σε ένα ερέθισμα από άτομα του ίδιου είδους, ενεργοποιούν τις ίδιες περιοχές του εγκεφάλου. Οι κατοπτρικοί (ή καθρεπτικοί) νευρώνες έχουν προταθεί ως η κινητήρια δύναμη για τη μίμηση, η οποία αποτελεί θεμέλιο λίθο της ανθρώπινης μάθησης, όπως π.χ. κατά την εκμάθηση μιας γλώσσας. Το χασμουρητό μπορεί να είναι ένα παρακλάδι της ίδιας μιμητικής παρόρμησης.

Μια μελέτη του 2007 διαπίστωσε ότι σε μικρά παιδιά με διαταραχές αυτισμού δεν παρατηρήθηκε αύξηση της συχνότητας του χασμουρητού, μετά από παρακολούθηση βίντεο με άλλους ανθρώπους που χασμουριούνται, σε σχέση με άλλα παιδιά που έχουν ομαλή ανάπτυξη. Αυτό στηρίζει τον ισχυρισμό ότι το μεταδοτικό χασμουρητό συνδέεται με την ικανότητα της ενσυναίσθησης.

Σημ.: Ως ενσυναίσθηση ορίζεται η συναισθηματική ταύτιση με την ψυχική κατάσταση ενός άλλου ατόμου, και η κατανόηση της συμπεριφοράς και των κινήτρων του.

Αυτή η σχέση, εξάλλου, ανάμεσα στο μεταδοτικό χασμουρητο και την ενσυναίσθηση, αποδεικνύεται και από μια συμπεριφορική μελέτη του 2011, που διενεργήθηκε από τους Ivan Norscia και Elisabetta Palagi (Πανεπιστήμιο της Πίζας, Ιταλία). Η μελέτη αποκάλυψε ότι –μεταξύ άλλων μεταβλητών, όπως η εθνικότητα και το φύλο– μόνο το κοινωνικό «δέσιμο» μπορούσε να προβλέψει την εμφάνιση, τη συχνότητα, και την καθυστέρηση του μεταδοτικού χασμουρητού. Ο ρυθμός μετάδοσης βρέθηκε να είναι μεγαλύτερος όταν το αρχικό χασμουρητό προερχόταν από συγγενή. Έπειτα, ο ρυθμός γινόταν ολοένα και μικρότερος κατά την εξής σειρά: χασμουρητό από φίλο, από κάποιον γνωστό και, τέλος, από έναν άνθρωπο εντελώς άγνωστο. Ως εκ τούτου, το μεταδοτικό χασμουρητό φαίνεται να εξαρτάται κυρίως από τη συναισθηματική εγγύτητα μεταξύ των ατόμων.